Τετάρτη 4 Νοεμβρίου 2015

Γκαµπριέλε Ντ’ Ανούντσιο (Gabriele D’Annunzio)



Γκαµπριέλε Ντ’ Ανούντσιο (Gabriele D’Annunzio) (1863-1938) 

Ο ποιητής-προφήτης της ιταλικής λογοτεχνίας κι ένας από τους πιο γνωστούς λογοτέχνες στον κόσµο. Καταγόταν από πλούσια οικογένεια γαιοκτημόνων με ισχυρή πολιτική επιρροή και σπούδασε στο καλύτερο κολέγιο της Τοσκάνης. Το 1879, σε ηλικία μόλις 16 ετών, δημοσίευσε μια μικρή ποιητική συλλογή (Primo vere), με έντονες επιδράσεις από τον διάσημο Ιταλό ποιητή Τζοζουέ Καρντούτσι. Το 1881 εγκαταστάθηκε στη Ρώμη, για να σπουδάσει στο πανεπιστήμιο της πόλης (χωρίς ωστόσο να αποφοιτήσει), όπου γρήγορα έγινε ο πρωταγωνιστής της λογοτεχνικής και κοσμικής ζωής της ιταλικής πρωτεύουσας. Τα χρόνια της παραμονής του στη Ρώμη υπήρξαν καθοριστικά για τη μελλοντική πορεία του, γιατί του επέτρεψαν να συνειδητοποιήσει τις κλίσεις του. Οι έρωτες, οι μονομαχίες, οι δίκες, τα χρέη ήταν οι πρώτες μορφές με τις οποίες ο Ν. εκδήλωσε το ωραιοπαθές ιδεώδες της «απαράμιλλης ζωής» του ποιητή, ως προνομιούχου ανθρώπου, ο οποίος οικοδομούσε τη ζωή του σύμφωνα με δικούς του ανθρώπινους και ηθικούς νόμους. Παράλληλα, στα κείμενά του εκείνης της εποχής αντανακλώνται οι επιρροές των Γάλλων συμβολιστών, ο αισθησιασμός και ο εκλεκτικισμός του. 


Τα χαρακτηριστικά αυτά της προσωπικότητάς του και της τέχνης του γίνονταν εντονότερα με το πέρασμα των χρόνων, υπό την επιρροή μάλιστα των ιδεών του Νίτσε, και ιδιαίτερα της θεωρίας του υπερανθρώπου, όπως την προσλάμβανε ο Ντ’ Ανούντσιο. Μετά τα έργα Ιωάννης Επίσκοπος (1891) και Ο Αθώος (1892), τα οποία χαρακτηρίζονταν από την εξιδανίκευση της αγνότητας και της καλοσύνης, ακολούθησαν Ο θρίαμβος του θανάτου (1894), Οι παρθένες των βράχων (1896), Η φωτιά (1900), διαφορετικές εκφράσεις των ακατόρθωτων επιδιώξεων του υπερανθρώπου, στην πολιτική, στην τέχνη, στην ηθική. Στις τραγωδίες του (Η νεκρή πόλη, 1898· Η Τζοκόντα, 1898· Η δόξα, 1899· Φραντσέσκα Ντα Ρίμινι, 1902), υπό το φως του μεγαλείου, του εθνικισμού, της ηρωικής ηθικής, διαφαίνονται οι επιρροές από το αρχαίο ελληνικό θέατρο και τις νεότερες συμβολιστικές και βαγκνερικές εμπειρίες. Ανάμεσα στα καλύτερα έργα του συγκαταλέγεται το δράμα Η κόρη του Γιόριο (1904), όπου περιγράφει, με γρήγορη διαδοχή γεγονότων αλλά και με μια τάση μυθοποίησης, τα βίαια πάθη και τα απλά αισθήματα του ποιμενικού κόσμου της περιοχής Αμπρούτσο, της γενέτειράς του. Στα ποιήματά του, Το παραδείσιο ποίημα (1893), σε συμβολιστικούς και σκοτεινούς τόνους, Αλκυόνη (1902), Μάια (1903), Ηλέκτρα (1904), Μερόπη (1912), τα οποία αποτέλεσαν τη συλλογή Εγκώμια του ουρανού, της θάλασσας, της γης και των ηρώων, απογειώθηκε η ικανότητα του Ντ’ Ανούντσιο σε ό,τι αφορά την επεξεργασία της μορφής και τη χρήση της γλώσσας. Τα Εγκώμια γράφτηκαν εν μέρει στη Νάπολη και εν μέρει στην έπαυλη Λα Καποντσίνα στο Σεντινιάνο, κοντά στη Φλωρεντία, όπου ο ποιητής έζησε πολλά χρόνια με την ηθοποιό Ελεονόρα Ντούζε, την οποία υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει το 1910, όταν αναγκάστηκε να διαφύγει στη Γαλλία, κυνηγημένος από τους πιστωτές του. 


Εκεί έγραψε, στα γαλλικά, τα θεατρικά έργα Το Μαρτύριο του Αγίου Σεβαστιανού (1911), Η Πιζανέλα ή ο αρωματισμένος θάνατος (1912), Παριζίνα (1913), τα οποία παρουσιάστηκαν στη σκηνή με μουσική του Κλοντ Ντεμπισί το πρώτο και των Ιλντεμπράντο Πιτσέτι και Πιέτρο Μασκάνι τα άλλα δύο. Το 1914 δέχτηκε να γράψει τους διαλόγους για την ταινία Καμπίρια του Τζοβάνι Παστρόνε. Τα άλλα έργα του, εκείνης της περιόδου, η Ενατένιση του θανάτου (1913) και το Η Λήδα χωρίς κύκνο (1916), χαρακτηρίζονται από λυρισμό και μελαγχολία. 
Ο Ντ’ Ανούντσιο επέστρεψε στην Ιταλία με την έκρηξη του Α’ Παγκοσμίου πολέμου και τέθηκε επικεφαλής των οπαδών της συμμετοχής της Ιταλίας στον πόλεμο, θέση που υποστήριξε μαχητικά με έντονη αρθρογραφία, δημόσιες ομιλίες, ακόμη και με τα ποιήματά του. 


Στη διάρκεια του πολέμου υπηρέτησε στο ναυτικό και στην αεροπορία και επιδόθηκε σε τολμηρά εγχειρήματα, όπως η πτήση πάνω από τη Βιέννη τον Αύγουστο του 1918 και η ναυτική επιχείρηση του Μπούκαρι. Η πολιτική δράση του μετά τον πόλεμο καθοδηγήθηκε από τη φασιστική ιδεολογία και κορυφώθηκε με την υπόθεση του Φιούμε (Σεπτέμβριος 1919 – Ιανουάριος 1920), την κατάληψη του λιμανιού της Αδριατικής (σημερινή Ριέκα της Κροατίας) και την ίδρυση προσωπικής δικτατορίας η οποία διήρκεσε δεκαπέντε μήνες, έως ότου διαλύθηκε με την επέμβαση του ιταλικού στρατού. Υποστήριζε φανατικά και δημόσια τον Μουσολίνι και το καθεστώς του. Λόγω της γενικότερης προσφοράς του, του απονεμήθηκαν οι τίτλοι του Πρίγκιπα του Μοντενεβόζο και του Προέδρου της Ιταλικής Ακαδημίας (1937). 

Υπόθεση Φιούμε 


Ο Γκαμπριέλε ντ' Ανούντσιο ομιλεί στο Φιούμε

«Θέλετε να φύγω;»... «Οοοοχι!»... «Θέλετε να μείνω;»... «Ναιιιι!»... Αυτός ο διάλογος μεταξύ πλήθους και Γκαμπριέλε ντ' Ανούντσιο έλαβε χώρα τη 15η Δεκεμβρίου 1919. Ο φλογερός, ποιητής, εθνικιστής και ήρωας πολέμου των Ιταλών, μιλώντας από το μπαλκόνι του μεγάρου του σε αυτό το «ζωντανό» δημοψήφισμα για την τύχη του Φιούμε «έβγαζε τη γλώσσα» στη νομιμότητα της Ρώμης που είχε συμβιβαστεί με την απόφαση της (μυστικής) Συνθήκης του Λονδίνου του 1915, σύμφωνα με την οποία η Μεγάλη Βρετανία, η Γαλλία και η Ρωσία είχαν συμφωνήσει με την Ιταλία ότι το -εθνολογικώς ιταλικό- λιμάνι του Φιούμε στην Αδριατική όφειλε να παραμείνει στην αυστροουγγρική αυτοκρατορία. Ο Ντ' Ανούντσιο γνώριζε πώς να δημιουργεί σχέση πάθους με το κοινό του. 


Ο Comandante D’Annunzio με τους βερσαλιέρους του στο Φιούμε.

Μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο οι Ιταλοί απογοητεύτηκαν, αφού τα εδάφη που τους ανήκαν δεν τους αποδόθηκαν και η μεταπολεμική ανέχεια και οι κακουχίες είχαν δημιουργήσει ένα εκρηκτικό μείγμα. Ο ποιητής, λοιπόν, δεν θα συνθηκολογούσε. Το Φιούμε έπρεπε πάση θυσία να γίνει ιταλικό -έστω και αν εκείνος χρειαζόταν να καταλάβει το λιμάνι, να γίνει δικτάτορας και να κηρύξει ακόμη και πόλεμο στη «συμβιβασμένη Ιταλία» την 1η Δεκεμβρίου 1920.

Μετά την κήρυξη πολέμου στη Ρώμη, οι Ιταλοί έστειλαν δυνάμεις και απέκλεισαν το λιμάνι. Τη νύχτα των Χριστουγέννων σημειώθηκαν συγκρούσεις, αντηλλάγησαν πυρά. Το μέγαρο όπου γιόρταζε με τους φίλους του ο δικτάτορας βομβαρδίστηκε. Ένα βλήμα χτύπησε το κτίριο. Κάπως έτσι ήρθε το άδοξο τέλος στο όνειρο της προσάρτησης του Φιούμε. Ο Ντ' Ανούντσιο δεν μπόρεσε να χτίσει τη Μεγάλη Ιταλία των ένδοξων Ρωμαίων προγόνων του που τόσο λάτρευε. Το έργο του όμως θα το ολοκλήρωνε ο θαυμαστής του Μπενίτο Μουσολίνι. 


Γκαμπριέλε ντ' Ανούντσιο και Μπενίτο Μουσολίνι

Τον Μάιο του 1922, 20.000 Φασίστες καταλαμβάνουν την Μπολόνια και τον Αύγουστο το Μιλάνο. Ο Μουσολίνι αποφασίζει τη Μεγάλη Πορεία προς τη Ρώμη, που θα οδηγούσε στην κατάληψη της εξουσίας. Στο «τελεσίγραφο» προς την κυβέρνηση, με το οποίο ζητούσαν την παραίτησή της, παίρνουν αρνητική απάντηση. Τελικά η Μεγάλη Πορεία πραγματοποιείται δύο μήνες μετά: στις 28 Οκτωβρίου. Ο Μουσολίνι μπαίνει στις 30/10 στη Ρώμη θριαμβευτής, σαν ρωμαίος αυτοκράτορας, σχηματίζοντας κυβέρνηση την επομένη ημέρα. Έναν μήνα αργότερα εξασφαλίζει (προσωρινές) δικτατορικές εξουσίες. Και δύο χρόνια αργότερα, στις 27 Ιανουαρίου 1924, κάνει το όνειρο του Ντ' Ανούντσιο πραγματικότητα: υπογράφει συνθήκη στη Ρώμη, βάσει της οποίας το Φιούμε γίνεται ιταλικό...

Στην Ελληνική γλώσσα κυκλοφορεί το βιβλίο του Γκαμπριέλε ντ' Ανούντσιο, ''Η ηδονή'' από τις εκδόσεις Printa. 





Παρασκευή 3 Ιουλίου 2015

Μάρτιν Χάιντεγκερ: Επίσκεψη στο ναό του Ποσειδώνα, στο ακρωτήρι του Σουνίου



Ο καλά σχεδιασμένος δρόμος ακολουθούσε τα ήσυχα λιμανάκια του Σαρωνικού κόλπου περνώντας μέσα από οικισμούς, ενώ συγχρόνως είχαμε την δυνατότητα να βλέπουμε απέναντι την Αίγινα. Πάνω στους απόκρημνους πρόποδες του βουνού υψώνονταν τα λευκά φωτεινά ερείπια του ναού μέσα στον ισχυρό θαλάσσιο άνεμο. Για τον άνεμο οι λιγοστοί όρθιοι στύλοι αποτελούσαν τις χορδές μίας αόρατης λύρας, το τραγούδι της οποίας ο Δήλιος Θεός, που το βλέμμα του φθάνει μακριά, άφηνε ν΄ αντηχήσει στον νησιωτικό κόσμο των Κυκλάδων. 


Πώς ο άδενδρος βράχος του ακρωτηρίου υψώνει τον ναό στον ουρανό πάνω από την θάλασσα εν είδει σηματωρού για τα πλοία, πώς αυτή η ενιαία κίνηση του τόπου υπαινίσσεται την αόρατη εγγύτητα του Θείου και αφιερώνει σ΄ αυτό ό,τι φύεται και κάθε ανθρώπινο έργο -ποιος θα ήθελε να επιμείνει εδώ στην δύναμη ενός ενδεούς λέγειν;

Martin Heidegger Aufenthalte (1989), ''Διαμονές - Το ταξίδι στην Ελλάδα'', Εκδόσεις Κριτική: Αθήνα 1998


Τρίτη 23 Ιουνίου 2015

Ταξίδι στη Μάνη


Το Γύθειο με το νησάκι του την Κρανάη

Το Γύθειο ιδρύθηκε από τον Ηρακλή και τον Απόλλωνα. Υπήρξε κατά την αρχαιότητα το επίνειο (ο κύριος λιμένας) της Σπάρτης. Με την κωμόπολη συνδέεται το νησάκι Κρανάη (Νησί ή Μαραθονήσι για τους ντόπιους σήμερα), όπου πέρασαν την πρώτη νύχτα τους ο Πάρις με την Ωραία Ελένη.
Την περίοδο 195 π.Χ. - 297 μ.Χ. το Γύθειο φέρεται ανεξάρτητο από τη Σπάρτη, και ήταν η πρωτεύουσα του Κοινού των Ελευθερολακώνων, στολισμένο με μαρμάρινα μέγαρα, ιερά και ναούς θεών και με πολλά καλλιτεχνήματα. Πολλά ερείπια από τη ρωμαϊκή εποχή διασώζονται στην ευρύτερη περιοχή, ενώ από την αρχαιότητα διασώζονται στην παλιά πόλη το αρχαίο θέατρο, στον δε λόφο πίσω από την πόλη τα ερείπια ενός ιερού του Διονύσου.

Το αρχαίο Θέατρο

Το 375 μ.Χ. συνέβη ένας μεγάλος σεισμός, και το παλιρροϊκό κύμα που δημιουργήθηκε καταπόντισε το Γύθειο στα νερά του Λακωνικού Κόλπου, θάβοντας ή πνίγοντας τους κατοίκους του, όσοι δεν πρόλαβαν να καταφύγουν στα γύρω υψώματα. Έτσι, από την παλαιά πόλη έμεινε μόνο ένα τμήμα που σήμερα λέγεται "Παλαιόπολη", το ΒΑ τμήμα του σημερινού Γυθείου. Σ΄ αυτό το τμήμα και στον παρακείμενο θαλάσσιο βυθό, βρέθηκαν τα περισσότερα αρχαία μάρμαρα, ψηφιδωτά δάπεδα, τμήματα αγαλμάτων θεών και ηρώων, καθώς και θεμέλια οικοδομών, που αποτελούν τους μάρτυρες της λαμπροστόλιστης πόλης. Ακόμη, δε, στη θάλασσα του Γυθείου κρύβονται άθιχτα τα απομεινάρια της παλαιάς εποχής...

Το Γύθειο κατά τον 18ον αιώνα. Γκραβούρα από το βιβλίο των D. et Ν. Stephanopoli, «Voyage en Grece», Παρίσι 1800


Το σύγχρονο Γύθειο υψώνεται αμφιθεατρικά στους ανατολικούς πρόποδες του αρχαίου "Λαρυσίου όρους", που σήμερα ονομάζεται από τους ντόπιους «Ακούμαρος» ή «Κούμαρος», ακριβώς πάνω από τον κυρίως λιμένα, που θεωρείται ο ασφαλέστερος της ΝΑ Πελοποννήσου. 

Το σύγχρονο Γύθειο

Το παλιό Παρθεναγωγείο

Το παλιό Παρθεναγωγείο του Γυθείου  κτίστηκε το 1896 και είναι έργο του περίφημου Γερμανού αρχιτέκτονα  Έρνστ Τσίλερ, που έκτισε μεταξύ άλλων και το κτίριο της Βουλής των Ελλήνων  όπως και το Δημαρχείο του Γυθείου.

Το Δημαρχείο του Γυθείου

Μόλις 2 χλμ. από την πόλη του Γυθείου βρίσκεται το Μαυροβούνι. Οικισμός χτισμένος στην κορυφή ενός λόφου, με γραφικά παραδοσιακά κτίσματα και μια απέραντη αμμουδερή παραλία με χοντρή άμμο, μήκους 5 χλμ. περίπου, με διαυγή και πεντακάθαρα νερά.

Το Μαυροβούνι

Ξεκινώντας από το Γύθειο, μπορούμε να επισκεφθούμε τους σημαντικότερους σταθμούς της Μάνης: από την Αρεόπολη και το Σπήλαιο του Διρού έως το Λιμένι, τον Γερολιμένα, τη Βάθεια και το Ταίναρο.

Αρεόπολη, μανιάτικο ταμπεραμέντο

Η Αρεόπολη είναι χωριό της Ανατολικής Μάνης. Είναι ιστορικός οικισμός, που διατήρησε την ανεξαρτησία του επί Τουρκοκρατίας, πατρίδα των Μαυρομιχαλέων. Στην Αερόπολη συγκροτήθηκαν οι πρώτες ένοπλες ομάδες όπου ύψωσαν τη σημαία της επανάστασης.

Σε αυτόν τον χώρο υψώθηκε η Σημαία της Εθνεγερσίας στις 17/3/1821

Σημαία του σώματος της Αν. Μάνης, κατά την πολιορκία και άλωση της Μονεμβασιάς

Το ωραιότερο λιμναίο σπήλαιο στον κόσμο, η Γλυφάδα ή Βλυχάδα του Διρού

Κάτω από τα μανιάτικα χώματα κρύβεται μια ανείπωτη ομορφιά, το ωραιότερο λιμναίο σπήλαιο στον κόσμο. Το Σπήλαιο του Διρού, του οποίου το συνολικό μήκος φτάνει τα 6000 μέτρα. Το σπήλαιο αποτελείται από σταλακτίτες και σταλαγμίτες, και παλαιότερα ήταν χερσαίο, όμως με την πάροδο των αιώνων η στάθμη του νερού ανέβηκε από τη θάλασσα και έτσι οι σχηματισμοί των σταλακτιτών μοιάζουν με λευκές κολώνες που βγαίνουν μέσα από το νερό. 

Το Λιμένι

Το Λιμένι, ο παλιός οικισμός της οικογένειας Μαυρομιχάλη, είναι ένα παραθαλάσσιο χωριό της Μάνης και ένας από τους ωραιότερους και πιο παραδοσιακούς οικισμούς της περιοχής. Βρίσκεται σε απόσταση 5 χλμ από την Αρεόπολη και περίπου 27 χλμ από το Γύθειο.

Γερολιμένας: Το πιο έντονο φως της Μεσογείου

Μόνο και μόνο το ότι ο Γερολιμένας είναι η περιοχή με το πιο έντονο φως της Μεσογείου, σύμφωνα με το Γαλλικό Ινστιτούτο Ερευνών, αξίζει να τον επισκεφθείτε. Το θαλασσινό Φαρ Ουέστ, όπως έχει χαρακτηριστεί από πολλούς περιηγητές, σου κόβει την ανάσα, καθώς αντικρίζεις τον τεράστιο βράχο του και το μάτι του επισκέπτη χάνεται στο άπειρο, πέρα από το ακρωτήριο Ταίναρο.

Γοητευτικό παραθαλάσσιο χωριουδάκι –που θυμίζει έντονα χωριά της Σικελίας- με παραδοσιακό γραφικό λιμάνι που εθεωρείτο στην αρχαιότητα "Ιερός Λιμένας". Και σ’ αυτό το γεγονός οφείλεται και η σημερινή ονομασία του.

Βάθεια

Σε απόσταση περίπου είκοσι λεπτών από τον Γερολιμένα, με κατεύθυνση προς το Ακρωτήριο Ταίναρο εμφανίζονται από μακριά μια χούφτα πυργόσπιτα, σκαρφαλωμένα πάνω σε πλαγιά. Οι πέτρινοι πύργοι της Βάθειας, που χτίστηκαν τον 18ο και τον 19ο αιώνα είναι δύο ή τριών επιπέδων, έχουν πολύ μικρά παράθυρα που λειτουργούσαν ως πολεμίστρες και αποτελούν μοναδικά δείγματα λαϊκής οχυρωματικής αρχιτεκτονικής. Οι πύργοι της Βάθειας έχουν επανειλημμένως κερδίσει -ακόμη και την πρώτη θέση- σε διαγωνισμούς φωτογραφίας.

Ακρωτήριο Ταίναρο

Στο τέλος της Μάνης και της Ηπειρωτικής Ελλάδας το ακρωτήρι Ταίναρο αποτελεί το νοτιότερο άκρο της Ευρώπης, ενώ για τους αρχαίους Έλληνες σηματοδοτούσε το πέρασμα στον Κάτω Κόσμο. Το όνομά του οφείλεται στον μυθικό ήρωα και οικιστή Ταίναρο, γιο του Δία που έχτισε την ομώνυμη πόλη. Εδώ τοποθετείτο κατά τη μυθολογία μία από τις πύλες του Άδη, απ’ όπου πέρασε ο Ηρακλής προκειμένου να αντιμετωπίσει τον Κέρβερο. Και ο Ορφέας όμως στα Αργοναυτικά αναφέρει ότι έχοντας εμπιστοσύνη στην κιθάρα του, την οποία θα χρησιμοποιούσε για να μαγέψει τους κατοίκους του Κάτω Κόσμου, κατέβηκε τη σκοτεινή οδό του Ταινάρου και μπήκε στο ανάκτορο του 'Aδη αναζητώντας τη νεκρή του σύζυγο Ευρυδίκη.

Ορφέας και Ευρυδίκη, έργο του Γερμανού γλύπτη Arno Breker

Το Ταίναρο ή Ακροταίναρο είναι μια πολυσυζητημένη περιοχή που αναφέρεται πρώτη φορά στον Ομηρικό Ύμνο για τον Απόλλωνα. 
Η αρχαιότατη πόλη Ταίναρο ήταν οικισμένη από τη προκλασική εποχή, γύρω από τον ναό του Ήλιου. Στη συνέχεια, στους κλασικούς Ελληνικούς χρόνους έγινε ναός του Ποσειδώνα. Από επιγραφές και από πληροφορίες συγγραφέων μαθαίνουμε ότι το Ταίναρο ήταν, επί σειρά αιώνων, το θρησκευτικό κέντρο των Λακώνων. Εκεί υπήρχε σύμφωνα με τον Παυσανία ο ναός του Ταινάριου (Γαιήοχου) Ποσειδώνα, ο οποίος λατρευόταν ιδιαίτερα  από τους Λάκωνες. Ο ναός αποτέλεσε κέντρο του «Κοινού των Ελευθερολακώνων» και διέθετε χάλκινο αφιέρωμα με το Κιθαρωδό Αρίωνα πάνω σε δελφίνι. 

Το «Άστρο της Αριάς»

Περίπου 500 μ. από το ναό του Ποσειδώνα και εντός του χώρου της αρχαίας πόλης Ταίναρος σώζεται διακοσμητικό ψηφιδωτό από δάπεδο οικίας της Ελληνιστικορωμαϊκής εποχής (1ου αι. μ.Χ.), αποκαλούμενο «Άστρο της Αριάς».

Επίσης, σύμφωνα με τον Παυσανία, στην περιοχή υπήρχε και μία πηγή που είχε την ιδιότητα να δείχνει σε όσους την κοιτούσαν λιμάνια και πλοία. 
Στην κορυφή του βράχου δέσποζε ο ναός του Ποσειδώνος και νεκρομαντείο ψυχών, σήμερα ένα ιερό αφιερωμένο στους Άγιους Ασώματους (ευθεία παραπομπή στους νεκρούς).

Tο εσωτερικό του ναού σήμερα

Η Πύλη του Άδη

Η είσοδος του σπηλαίου

Στην  δυτική πλευρά του ακρωτηρίου διακρίνεται η είσοδος του σπηλαίου. Μετά τον κατακλυσμό του Αιγαίου, το σπήλαιο κατακλύσθηκε.  Πάνω από την είσοδο του σπηλαίου φαίνεται η οπή, όπου γίνονταν οι καθαρμοί και πιο ψηλά, μία αίθουσα.

Η ορθογώνια οπή που είχε διανοιχτεί πάνω από την είσοδο του σπηλαίου.

Το Ονειρομαντείο Ταινάρου

Οι ντόπιοι υποστήριζαν ότι η λέξη Κριτήρι, που λέγεται για το Ακροταίναρο, δεν σημαίνει Ακρωτήρι αλλά Κριτήριο των Ψυχών ή Ανώτατο Δικαστήριο. 
Μια νεοελληνική παράδοση από τη Μάνη περιγράφει τη μυθολογία της σπηλιάς που βρίσκεται στην άκρη του ακρωτηρίου Ταίναρο. Το σχετικό κείμενο έχει ως εξής:

"Σε μια σπηλιά που είναι στον Κάβο-Ματαπά, κατεβαίνει πολλές φορές ο Μιχαήλ ο Αρχάγγελος και βγάζει τις ψυχές που τους συχώρεσε ο Θεός τις αμαρτίες τους. Άλλοι πάλι λένε πως σ' αυτή τη σπηλιά μένουν βρικόλακες και πως ο Μιχαήλ ο Αρχάγγελος, όταν παρακαλεστούν σ' αυτόν οι άνθρωποι, πηγαίνει και τους ρίχνει από εκεί στα Τάρταρα, για να γλυτώσει τον κόσμο".
Ν. Πολίτη,  "Παραδόσεις", τομ. Β

Σήμερα είναι το μόνο μέρος στην Ελλάδα που γίνονται βαπτίσεις στη θάλασσα! (βλέπε εδώ)

Βαφτίσια με κολυμπήθρα το Ταίναρο: Καλοκαιρινά μυστήρια στη Μάνη



Και μπορεί ο Ιερέας να δίνει την δική του ερμηνεία ότι: «Επειδή παλιά υπήρχαν οι βεντέτες, ο κόσμος δεν παντρευόταν και δεν βαφτιζόταν σε εκκλησίες. Προτιμούσαν να το κάνουν σπίτι τους, μακριά από την εκκλησία του χωριού από φόβο», εμείς όμως πιστεύουμε ότι  η γη έχει δύναμη και η γη της Μάνης είναι πραγματικά ξεχωριστή.



Τρίτη 16 Ιουνίου 2015

Ταξίδι στα Νησιά Φερόε



Τα Νησιά Φερόε ή Φαιρόες (Føroyar ή Faroe Ιslands ή Færøerne), που σημαίνει Νησιά των Προβάτων, είναι ένα σύμπλεγμα νησιών που βρίσκονται σε ένα μικρό αρχιπέλαγος κοντά στη Σκωτία, την Ισλανδία και τη Νορβηγία, το οποίο έχει περίπου 100 πόλεις και χωριά σε 18 νησιά (ένα από τα οποία είναι ακατοίκητο).



Με πληθυσμό περίπου 48.000 άτομα, τα νησιά φιλοξενούν επίσης περίπου 70.000 πρόβατα, που συνωστίζονται στις πλαγιές των λόφων.


Τα νησιά είναι επίσης συνδεδεμένα με μύθους και θρύλους. Ο θρύλος λέει ότι οι δύο πέτρινες στήλες που ξεπροβάλλουν από τη θάλασσα, δημιουργήθηκαν όταν ένα ζευγάρι γιγάντων προσπάθησε να σύρει τα νησιά προς το δικό τους νησί (την σημερινή Ισλανδία). 


Drangarnir and Tindholmur, Faroe Islands

Η πρωτεύουσα επίσης των νησιών, Tórshavn, έχει πάρει το όνομά της από τον Thor, το Νορβηγό θεό του κεραυνού.


Τα νησιά είναι γενικά βραχώδη με χαμηλές κορυφές, ενώ οι ακτές είναι γενικά απόκρημνες. Τα νησιά έχουν τις ψηλότερες βραχώδεις ακτές σε όλη την Ευρώπη, και ορισμένες από τις ψηλότερες παγκόσμια. Το χαμηλότερο υψόμετρο είναι στο επίπεδο της θάλασσας, ενώ η ψηλότερη κορυφή είναι η Σλαταρτίντουρ με ύψος 882 μέτρα. 


Τα νησιά Φερόε είναι αναμφισβήτητα όμορφα: πράσινα, τραχιά και ανεμοδαρμένα. 


Οι κάτοικοι ασχολούνται κυρίως με την αλιεία, που αποτελεί την κύρια πηγή εισοδήματος και τον τουρισμό. 


Το πρώτο πράγμα που θα παρατηρήσει ο επισκέπτης είναι τα σπίτια των χωριών. Ξύλινα, βαμμένα με έντονα χρώματα ή με το παραδοσιακό μαύρο, ενώ οι στέγες είναι συχνά σκεπασμένες με χλοοτάπητα.


Οι κάτοικοι, λόγω της απομόνωσης των νησιών, έχουν διατηρήσει το δικό τους παραδοσιακό πολιτισμό, που έχει τις ρίζες του στη σκανδιναβική κουλτούρα. Επίσης έχουν τη δική τους γλώσσα, η οποία είναι μία από τις τρεις νησιωτικές σκανδιναβικές γλώσσες και προέρχεται από τη γλώσσα που μιλούσαν στη Σκανδιναβία την εποχή των Βίκινγκς.


Ένας από τους κύριους λόγους που οι άνθρωποι επισκέπτονται τα νησιά Φερόε είναι η απίστευτη φύση και το τοπίο. Τα νησιά είναι εξαιρετικά πράσινα κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού. Ο καθαρός αέρας, το βαθύ μπλε του ωκεανού, τα κάθετα βράχια στη θάλασσα και τα καταπράσινα βουνά με τις γραφικές κοιλάδες τους εντυπωσιάζουν όσους απολαμβάνουν να περιβάλλονται από τη φύση. 


Μερικές φορές η ομίχλη του καλοκαιριού δημιουργεί ένα μυστικιστικό τοπίο. 



Η ηρεμία του τόπου αυτού και οι φιλικοί, φιλόξενοι κάτοικοι είναι επίσης λόγοι προσέλκυσης επισκεπτών. 


Τα εξαιρετικά παραδοσιακά μάλλινα των νησιών είναι περιζήτητα.  Μπορείτε να επισκεφθείτε σχετικές διευθύνσεις :












Η Πρωτεύουσα, το Τόρσχαβν (Tórshavn), με 20.000 κατοίκους βρίσκεται στο νησί Στρέιμοϊ. Οι Βίκινγκς στην ίδια περιοχή, στη χερσόνησο Τίνγκανες, είχαν ιδρύσει τον κύριο οικισμό τους στα νησιά Φερόες από το 850 μ.Χ. Από πολύ νωρίς το Τόρσχαβν είχε γίνει το μονοπωλιακό κέντρο του εμπορίου, αφού ήταν το μόνο μέρος στα νησιά στο οποίο οι νησιώτες μπορούσαν να πωλούν και να αγοράζουν αγαθά. Είναι η μικρότερη πρωτεύουσα της Ευρώπης. 


Η δεύτερη μεγαλύτερη πόλη είναι το Κλάκσβικ, με 4.600 κατοίκους, στο νησί Μπόρντοϊ. 


Η λίμνη sørvágsvatn