Από τη μοντέρνα στη μεταμοντέρνα εποχή και από τον φιλελευθερισμό στη μαζική δημοκρατία
Der Niedergang der bürgerlichen Denk- und Lebensform: Die liberale Moderne und die massendemokratische Postmoderne
Η πρόσφατη διεθνής συζήτηση για το «μοντέρνο» και το «μεταμοντέρνο» έγινε σε βάση αισθητική ή φιλοσοφική χωρίς να εξιχνιασθούν οι κοινωνικές προϋποθέσεις και αντιστοιχίες των όρων αυτών. Τούτο το βιβλίο ερευνά την εξέλιξη των δυτικών κοινωνιών στα τελευταία εκατόν πενήντα χρόνια και δείχνει πώς η κατάρρευση του αστικού τρόπου σκέψης και ζωής συμπορεύθηκε με τη διαμόρφωση των «μεταμοντέρνων» ιδεολογημάτων και στάσεων. Η ανάλυση κινείται σε πολλαπλά επίπεδα· αγκαλιάζει τόσο τις πολιτικές αλλαγές που συντελέσθηκαν κατά τη μετάβαση από τον κλασσικό φιλελευθερισμό στη μαζική δημοκρατία, όσο και τις αλλαγές που επέφεραν στην κοινωνική και προσωπική ζωή η σύγχρονη τεχνική, ο σύγχρονος καταμερισμός της εργασίας και τα κινήματα της νεολαίας. Ιδιαίτερο βάρος δίνεται στις κοσμοθεωρητικές μετατοπίσεις, οι οποίες εντοπίζονται με δομικές αναλύσεις της νεότερης λογοτεχνίας, τέχνης φιλοσοφίας και επιστήμης. Μια εισαγωγή γραμμένη ειδικά για την ελληνική έκδοση εξετάζει την υφή και την τύχη του αστικού πολιτισμού στη χώρα μας.
Περί ελληνικής «αστικής» τάξης
Σε καμιά στιγμή της η νεοελληνική πραγματικότητα δεν διαμορφώθηκε αποκλειστικά, καθοριστικά και τελεσίδικα από μια κοινωνική τάξη. H «αστική τάξη» δεν συγκέντρωνε ποτέ τα ειδοποιά γνωρίσματα της αστικής τάξης με τη δυτική έννοια / ενσάρκωνε με διαφορετικά τμήματά της άλλοτε άλλα γνωρίσματα του αστικού ήθους και έθους, ποτέ ταυτόχρονα και όλα / ποτέ δεν κατάφερε να δημιουργήσει γηγενή και αυτοτελή αστικό πολιτισμό.
Ο όρος διαδόθηκε στα πλαίσια των αναλύσεων της τοτινής ελληνικής κοινωνίας από μετριοπαθείς ή ακραίους αριστερούς κοινωνιολόγους και δημοσιολόγους. Υποδήλωνε μια άμεση ή έμμεση πολεμική / εισάγεται ως ο μεγάλος αντίμαχος της ανερχόμενης εργατικής τάξης. Επιπλέον, ο όρος χρησιμοποιήθηκε από τους δυτικούς κοινωνιολόγους στις αναλύσεις τους για τις μη αναπτυγμένες χώρες, της Ελλάδας συμπεριλαμβανομένης, με ένα ιδιαίτερο σκεπτικό.
Στην Ευρώπη υπήρξε ο αντίπαλος της αριστοκρατίας και της κληρικοκρατίας, ο φορέας μιας νέας θετικής αντίληψης για την οργάνωση της ζωής και μιας ρωμαλέας νέας κοσμοθεωρίας. Επειδή στην Ελλάδα δεν βρέθηκε αστική τάξη να παίξει τέτοιο ρόλο, δεν βρέθηκαν ούτε και λογοτέχνες ή ιστορικοί για να την υμνήσουν.
Για το νέο- ελληνικό κράτος, τα κόμματα και τους πολιτικούς θεσμούς
Ο μηχανισμός της λειτουργίας του κράτους διαμορφώθηκε ως εν μέρει τερατογεννετικό και εν μέρει ιλαροτραγικό αποτέλεσμα της διασταύρωσης των πιο προηγμένων τοτινών πολιτικών θεσμών, όπως ο κοινοβουλευτισμός και η καθολική ψηφοφορία, με μια κοινωνία διεπόμενη από πατριαρχικές σχέσεις, στάσεις, νοοτροπίες και αξίες (Όλα αυτά) συνεπέφεραν μια κοινωνική κινητικότητα: δημιούργησαν καινούριες ευκαιρίες πολιτικής και κοινωνικής σταδιοδρομίας και άνοιξαν σε ευρύτερες μάζες τον δρόμο από την ύπαιθρο προς τις πόλεις. — διόγκωση του κρατικού μηχανισμού (βλ. πελατειακές σχέσεις με τα κόμματα) και ενίσχυση του καθοδηγητικού ρόλου του κράτους.
Η τέτοια διόγκωση και διαμόρφωση του ελληνικού κράτους ούτε από κάποια εντόπια αστική τάξη υποκινήθηκε, ούτε την ωφέλησε. Απεναντίας, ο όγκος, η δυσκαμψία και η δαπανηρότητα του κράτους αποτέλεσε τροχοπέδη (…)
Σφάλμα να αποκαθίσταται ευθύγραμμες γραμμές ανάμεσα σε «τάξεις» και «κόμματα», ιδιαίτερα στην Ελλάδα / δεν πρέπει να παραβλέπεται η εκτεταμένη αυτονομία του πολιτικού – κομματικού παιγνιδιού ως πελατειακής σχέσης πολιτικού – ψηφοφόρου. Ο ψηφοφόρος παρέχει υποστήριξη προσδοκώντας προστασία. Ο πολιτικός εκποιεί το κράτος στους ψηφοφόρους, με αντάλλαγμα να το κατέχει ο ίδιος. / είναι κατά κανόνα δευτερεύουσες ή και απλώς προσχηματικές οι «ιδεολογικές» αντιθέσεις ή αντιθέσεις «αρχών». Στο πολιτικό φάσμα ένας πολιτικός καταλαμβάνει μια θέση γιατί όλες οι υπόλοιπες είναι κατειλημμένες / Η διόγκωση του κρατικού μηχανισμού για σκοπούς κομματικού οφέλους υπήρξε έργο εξίσου όλων των κομμάτων / όλα τα ελληνικά κόμματα υπήρξαν κρατικιστικά.
Ο πελατειακός χαρακτήρας των κομμάτων τα έκανε και «λαϊκά», εφ όσον η ανάγκη ταυτόχρονης εξυπηρέτησης ατόμων και ομάδων ή «κλάδων» μέσω του κράτους καθιστούσε ουσιαστικά αδύνατη την άσκηση μονοσήμαντης και συνεπούς ταξικής πολιτικής (τέτοιο θέμα δεν έμπαινε ποτέ πιεστικά. Η βαθμιαία αποσύνθεση των πατριαρχικών δομών δημιούργησε ως κύριο τμήμα του κοινωνικού κορμού μια ευρύτατη μάζα μικροαστών και μικροϊδιοκτητών, οι οποίοι μπορούσαν εξίσου καλά σε ένα «δεξιό» / «φιλελεύθερο» / «αριστερό» κόμμα. Η λεγόμενη αστική τάξη (βρέθηκε) συνήθως στα δύο μεγάλα κόμματα εξουσίας. Χρησιμοποιούσε τις ίδιες πελατειακές σχέσεις (…) στον τύπο της συνήθους κρατικιστικής λογικής (περισσότερη κρατική παρέμβαση).
Η «αστική τάξη» δε στάθηκε ποτέ αρκετά συγκροτημένη, ομοιογενής και ισχυρή ώστε να ταυτιστεί με την πολιτική διακυβέρνηση της χώρας. Στον 20ο αιώνα, η υποχώρηση των πατριαρχικών δομών ακολουθήθηκε από σταδιοδρόμηση στοιχείων με μικροαστική ή αγροτική προέλευση με μικροαστική καταγωγή, άρα με όχι δεδομένη ταύτιση με τα συμφέροντα της αστικής τάξης.
Ακόμα περισσότερο ο κρατικός μηχανισμός, ο οποίος προερχόταν κυρίως από καθυστερημένα στρώματα (χαρακτηριζόταν από) αγραμματοσύνη, στενοκεφαλιά, κουτοπονηριά ή συμπλεγματικότητα + η ανυπέρβλητη ικανότητα του δημοσίου υπαλλήλου να προσανατολίσει τη δραστηριότητά του σε απρόσωπες, γενικές και αφηρημένες αρχές. Αντ΄ αυτού, αξίες πατριαρχικής κοινωνίας: ιδιαίτερη πατρίδα, συγγενείς, φίλοι, φίλοι των φίλων, προστάτες και προστατευόμενοι. –> συνδυασμοί άλλοτε σπαρταριστοί και άλλοτε αξιοδάκρυτοι.
Τα «τζάκια» συμφιλιώθηκαν με το κράτος μόνον από τη στιγμή που μπόρεσαν να το ελέγξουν (επιρροή στη μοναρχία – πελατειακός κοινοβουλευτισμός). Όμως το έλεγξαν για να το αδρανοποιήσουν, όπως τους υπαγόρευε ο κοινωνικός τους χαρακτήρας που ρίζωνε σε προκρατικές συνθήκες και έξεις. Έτσι οι γραφειοκρατικοί μηχανισμοί καταδικάστηκαν σε υποπλασία (εκσυγχρονιστική λειτουργικότητα) και υπερτροφία (ειδικό βάρος στην νεοελληνική πραγματικότητα).
"Η λειτουργία του ελληνικού πολιτικού συστήματος κατάντησε να αποτελέσει το βασικό εμπόδιο στην εθνική οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη – κάτι παραπάνω: έγινε ο αγωγός της εκποίησης της χώρας με μόνο αντάλλαγμα τη δική του διαιώνιση, δηλαδή τη δυνατότητα να προβαίνει σε υλικές παροχές παίρνοντας παροχές σε ψήφους."
Π.Κονδύλης
Το βιβλίο ''Η ΠΑΡΑΚΜΗ ΤΟΥ ΑΣΤΙΚΟΥ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ'' μπορείτε να το βρείτε εδώ