Δεν είναι συνηθισμένο φαινόμενο να καταπιάνεται ένας εθνολόγος με αναλύσεις λογοτεχνικών έργων, και μάλιστα με συνθετική πρόθεση. Όμως ο Muhlmann το κάνει με επιτυχία, ερευνώντας τη λογοτεχνία ως συμπύκνωση στάσεων και αξιολογήσεων, οι οποίες εμπνέονται από το πολιτισμικό περιβάλλον και από τη συνεχή τριβή αυτού του περιβάλλοντος με άλλα. Οι εθνικές λογοτεχνίες γεννήθηκαν από την Αναγέννηση και μετά στην Ευρώπη ανταποκρινόμενες στη διαμόρφωση εθνικών χώρων με λίγο-πολύ ενιαία χαρακτηριστικά· αλλά οι χώροι αυτοί επικοινωνούσαν θετικά ή αρνητικά μεταξύ τους και έτσι διαμορφώθηκαν υπερεθνικά λογοτεχνικά είδη και λογοτεχνικές παραδόσεις. Η οικουμενική εξάπλωση του δυτικού πολιτισμού είχε παράλληλα ως συνέπεια τη διεύρυνση του περιεχομένου της δυτικής λογοτεχνίας με τις πολιτισμικές συμβολές και διαστάσεις του εξωευρωπαϊκού, ιδιαίτερα ανατολικού χώρου. Ως πολιτισμικός δείκτης, η λογοτεχνία φαίνεται έτσι να κινείται μέσα σε δύο αντιθετικά ζεύγη, αντλώντας από την κίνηση αυτή τον παλμό της: κυμαίνεται ανάμεσα στο εθνικό και στο οικουμενικό και συνάμα ανάμεσα στο οικείο και στο ξένο. Δεν είναι έτσι παράξενο ότι τάσεις για εξύμνηση της μικρής ιδιαίτερης πατρίδας ως ζεστής γνώριμης εστίας διαμορφώνονται ακριβώς σε εποχές οικουμενικών διευρύνσεων και πνευματικών περιπλανήσεων. Όπως και να χει, η ευρωπαϊκή λογοτεχνία, συναντώντας τον παγκόσμιο πολιτισμό, δεν μπορούσε να μην αναρωτηθεί για την αξία και για το νόημα του ευρωπαϊκού. Στο θαυμάσιο τούτο βιβλίο διαγράφονται με μεγάλη γνώση και εξίσου μεγάλη ευαισθησία οι ποικίλες πτυχές αυτής της συναρπαστικής προβληματικής.